- πλευροτομαρία
- (pleuvrotomaria). Γένος προσωβράγχιων γαστερόποδων, το οποίο διατηρεί τους αρχαϊκούς του χαρακτήρες. Ανήκει στην οικογένεια των Πλευροτομαριιδών. Το όστρακό τους είναι σχισμένο, η τομή όμως αυτή δεν υπάρχει στα νεαρά άτομα. Τα παλαιοζωϊκά χρόνια ζούσαν περισσότερα από 500 είδη π. Σήμερα υπάρχουν λίγα μόνο είδη, που ζουν στις θάλασσες της Ιαπωνίας, των Μολούκων και των Αντιλλών, σε βάθος από 50-150 μ.
* * *η, Νζωολ. γένος πισωβράγχιων γαστεροπόδων με πολλά πρωτόγονα χαρακτηριστικά.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pleurotomaria (< πλευρά + τομή + -αρία)].
Dictionary of Greek. 2013.